Στην ίδρυση του Γ.Σ.Π. ήταν εκεί. Πρωτοστάτης. Από το 1894 πήρε στα χέρια του τα ηνία και τα κράτησε μέχρι το 1928. Οι Βρετανοί αποικιοκράτες τον απέλασαν το 1931 ως «ανεπιθύμητο» και «επικίνδυνο ταραξία»!
Γεννήθηκε στο Φοινί το 1863 και ήταν κατά τέσσερα χρόνια νεότερος του αδελφού του, Αντώνιου Θεοδότου. Σε εποχές χαλεπές, πήγε για σπουδές στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τον έλκυσε ο αθλητισμός και παρακολουθούσε τις προπονήσεις που έκανε ο περίφημος γυμναστής Ιωάννης Φωκιανός στους αθλητές του. Σκέφτηκε να δοκιμάσει και ο ίδιος τις δυνάμεις του. Επέλεξε το δίζυγο. Μόχθησε, ίδρωσε και τα κατάφερε όχι μόνο να πάρει μέρος στην Δ’ Ζάππεια Ολυμπιάδα το 1889, αλλά και να καταταγεί πρώτος, τιμώντας την Κύπρο!
Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, επέστρεψε στην Κύπρο το 1893 και άρχισε να ασκεί τη δικηγορία. Τότε μαζί με τον αδελφό του, γιατρό Αντώνιο Θεοδότου, και τον πρώτο του εξάδελφο, επίσης γιατρό, Αριστόδημο Φοινιέα, πήραν τη μεγάλη απόφαση για την ίδρυση του Γυμναστικού Συλλόγου «Τα Παγκύπρια», με έδρα τη Λευκωσία. Έγινε ο πρώτος πρόεδρος του Συλλόγου και θα παρέμενε στη θέση αυτή επί 34 συναπτά έτη! Το 1928 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος του Γ.Σ.Π. Σε αυτό το διάστημα πρωτοστάτησε στην ανάπτυξη της αθλητικής, αλλά και της εθνικής δράσης του Γ.Σ.Π. Δεν τα παρατούσε, κι ας ήταν ήδη 65 χρόνων.
Είχε εκλεγεί μέλος του Νομοθετικού Συμβουλίου και ήταν ο ηγέτης της παράταξης των αδιάλλακτων ενωτικών, συνεργαζόμενος στενά με τον εκπαιδευτικό Νικόλαο Καταλάνο, καθώς επίσης τον Μητροπολίτη Κιτίου και για ένα διάστημα Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κύριλλο Β’, τον επονομαζόμενο και «Κυριλλάτσο».
Ως μέλος του Νομοθετικού Συμβουλίου ο Θεοφάνης Θεοδότου προωθούσε την ιδέα για εκπλήρωση του εθνικού οράματος της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα. Οι Βρετανοί αποικιοκράτες τον συνέλαβαν, τον οδήγησαν σε καράβι και τον απέλασαν από την Κύπρο, μαζί με άλλους που θεώρησαν ότι ήταν υπαίτιοι για την εξέγερση των Κυπρίων εναντίον της αποικιοκρατίας τον Οκτώβριο του 1931.
Ο Θεοφάνης Θεοδότου παρέμεινε εξόριστος για οκτώ χρόνια. Του επιτράπηκε να επιστρέψει στην Κύπρο μόλις το 1939 με τη λήξη της παλμεροκρατίας. Στο μεταξύ όμως είχε κλονιστεί σοβαρά η υγεία του. Περιέπεσε σε μαρασμό. Απεβίωσε πρόωρα ο γιος του, Σόλων, ενώ ο επί θυγατρί γαμπρός του, Αντώνιος Τριανταφυλλίδης, δολοφονήθηκε.
Έφυγε από τη ζωή το 1942. Η κηδεία του τελέστηκε στον ιερό ναό Τρυπιώτη στη Λευκωσία. Εκ μέρους του Γ.Σ.Π. αποχαιρέτησε τον νεκρό ο Θεμιστοκλής Δέρβης, ενώ επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Κύριλλος Παυλίδης, εκδότης της εφημερίδας «Φωνή της Κύπρου». Εξήραν με θερμά λόγια την εθνική του προσφορά, γιατί ως πολιτευτής οραματιζόταν να δει «την γαλανόλευκον να κυματίζη επί του Κυβερνείου». Τόνισαν επίσης ότι είχε συμβάλει όσο λίγοι στη γένεση και την ανάπτυξη του Γ.Σ.Π., αλλά και γενικότερα του κυπριακού αθλητισμού.
Είχε έντονη ανάμειξη στην πολιτική, αλλά και στον αθλητισμό, ως πρόεδρος του Γ.Σ.Π. Παράλληλα, ο Γεώργιος Πούλιας ήταν πρόεδρος του ΑΠΟΕΛ, που ο ίδιος ίδρυσε.
Ήταν γόνος της ακμάζουσας ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1896. Αφού αποπεράτωσε τις σπουδές του στην Αλεξάνδρεια και το Λονδίνο, εγκαταστάθηκε στην Κύπρο το 1922, για να διευθύνει την καπνοβιομηχανία Διανέλλου και Βεργόπουλου (με τον οποίο ήταν συγγενής). Ήταν νέος, μόλις 26 χρόνων, και είχε φιλοδοξίες να αναμειχθεί στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου, δίνοντας έμφαση στον αθλητισμό. Γι’ αυτό προχώρησε το 1926 στην ίδρυση νέου σωματείου, του Ποδοσφαιρικού Ομίλου Ελλήνων Λευκωσίας. Από το 1928 προστέθηκε η λέξη «Αθλητικός» στην ονομασία του σωματείου, το οποίο έκτοτε ονομάζεται ΑΠΟΕΛ. Με πρωτοβουλία τού Γεώργιου Πούλια, το σωματείο άρχισε να επεκτείνεται και σε άλλα αθλήματα, πέραν του ποδοσφαίρου, στον στίβο, την πετόσφαιρα, την επιτραπέζια αντισφαίριση (πινγκ-πογκ) κ.λπ.
Το 1926 ο Γεώργιος Πούλιας εκλέγηκε δημοτικός σύμβουλος και αντιδήμαρχος Λευκωσίας. Έκτοτε θα βρισκόταν στην πρώτη γραμμή της πολιτικής ζωής μαζί με τον Θεμιστοκλή Δέρβη, δήμαρχος ο ένας, αντιδήμαρχος ο άλλος, διορισμένοι από τον κυβερνήτη επί παλμεροκρατίας κατά τη δεκαετία του 1930.
Το 1928 εκλέγηκε πρόεδρος του Γ.Σ.Π., αλλά το 1931 παραιτήθηκε. Μεσολάβησαν αρκετοί μήνες με μεταβατικό πρόεδρο τον Σόλωνα Μιχαηλίδη μέχρι να διενεργηθούν εκλογές το 1932. Πρόεδρος αναδείχθηκε τότε ο Θεμιστοκλής Δέρβης.
Από το 1934 ο Γεώργιος Πούλιας ανέλαβε και πάλι το πηδάλιο του Γ.Σ.Π., από τα χέρια του Θεμιστοκλή Δέρβη. Η θητεία του συνέπεσε με τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν: Τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, τον διχασμό μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, τη διάσπαση του ποδοσφαίρου και ευρύτερα του αθλητισμού, το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950 και τον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-1959.
Από το 1943 ο Γεώργιος Πούλιας ήταν εκλεγμένος αντιδήμαρχος Λευκωσίας (εκτός από την περίοδο 1946-1949, όταν τις εκλογές κέρδισε η Αριστερά). Ήταν και αντιπρόεδρος του Κυπριακού Εθνικού Κόμματος (Κ.Ε.Κ.), που ιδρύθηκε το 1943, καθώς επίσης αντιπρόεδρος της Σχολικής Εφορείας Λευκωσίας από το 1942.
Ο Γεώργιος Πούλιας δεν πρόλαβε την ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος. Απεβίωσε το 1958, σε ηλικία 62 ετών, όντας αντιδήμαρχος Λευκωσίας, πρόεδρος του ΑΠΟΕΛ, καθώς επίσης του Γ.Σ.Π., τον οποίο υπηρέτησε από τη θέση αυτή συνολικά επί 27 χρόνια. Τον αναπλήρωσε στην προεδρία του Γ.Σ.Π. για τα επόμενα δύο χρόνια ο Θεμιστοκλής Δέρβης, ο άνθρωπος από τον οποίο είχε παραλάβει προηγουμένως, το 1934, τη σκυτάλη στην ηγεσία του Γ.Σ.Π.
Ο πολυπράγμων δήμαρχος της Λευκωσίας δεν θα μπορούσε να μην ασχοληθεί και με τον αθλητικό τομέα. Διετέλεσε πρόεδρος του Γ.Σ.Π. σε δύο περιόδους, σύντομες μεν, κρίσιμες δε: Το 1932-1934, ύστερα από τα Οκτωβριανά, και το 1958-1960, στη λήξη του απελευθερωτικού αγώνα και την απόκτηση της ανεξαρτησίας.
Ήταν γιατρός, γέννημα-θρέμμα της Λευκωσίας. Γεννήθηκε το 1894, δηλαδή τη χρονιά που ιδρύθηκε ο Γ.Σ.Π. Φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και στη συνέχεια έφυγε στο εξωτερικό για να σπουδάσει Ιατρική (στο Παρίσι, το Λονδίνο και τη Ζυρίχη, ενώ παρακολούθησε και μεταπτυχιακά προγράμματα εκπαίδευσης στο Βερολίνο, τη Βιέννη και τις ΗΠΑ). Από τη στιγμή της επιστροφής του στην Κύπρο, το 1919, αναμείχθηκε στην πολιτική και σε κάθε είδους κοινωνική δραστηριότητα. Ανάμεσα σ’ άλλα, ήταν μέλος της Σχολικής Εφορείας Λευκωσίας και επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αθλητισμό.
Το 1929 αναδείχθηκε δήμαρχος Λευκωσίας. Μετά από δύο χρόνια, τον Οκτώβριο του 1931, εκδηλώθηκε η εξέγερση των Κυπρίων κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας, με αίτημα την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Οι Βρετανοί επέβαλαν δικτατορικό καθεστώς και κατάργησαν και τις ελάχιστες πολιτικές ελευθερίες που είχαν «παραχωρήσει» στους Κυπρίους, μεταξύ των οποίων τις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση και το νομοθετικό συμβούλιο. Ο επίτιμος πρόεδρος του Γ.Σ.Π., Θεοφάνης Θεοδότου, ήταν ένας τους πρωτεργάτες της εξέγερσης το 1931, τους οποίους εξόρισαν οι Βρετανοί. Πρόεδρος του Συλλόγου, στη θέση του Γεώργιου Πούλια, που είχε παραιτηθεί, αναδείχθηκε το 1932 ο Θεμιστοκλής Δέρβης, ο οποίος παρέμεινε στη θέση του δημάρχου Λευκωσίας διορισμένος από τον κυβερνήτη Ρίτσμοντ Πάλμερ. Η πρώτη θητεία του Θεμιστοκλή Δέρβη στην προεδρία του Γ.Σ.Π. κράτησε μέχρι το 1934.
Τη δεκαετία του 1940, όταν αποκαταστάθηκαν οι δημοτικές εκλογές, ο Θεμιστοκλής Δέρβης ήταν από τους πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής. Το 1943 κέρδισε τις εκλογές για τη δημαρχία της Λευκωσίας και ίδρυσε το Κυπριακό Εθνικό Κόμμα (Κ.Ε.Κ.), ενώ κορυφώθηκε η διαμάχη μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Έχασε τις εκλογές του 1946 από τον Ιωάννη Κληρίδη, αλλά επανήλθε στον δημαρχιακό θώκο το 1949. Παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι την ανεξαρτησία.
Το 1958 ο Θεμιστοκλής Δέρβης ανέλαβε και πάλι την προεδρία του Γ.Σ.Π., στη θέση του εκλιπόντα Γεώργιου Πούλια, μέχρι το 1960. Ο Θεμιστοκλής Δέρβης αρχικά υποστήριξε την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου το 1959, ωστόσο στη συνέχεια τάχθηκε στο στρατόπεδο των φανατικών πολέμιων του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, μέχρι τον θάνατό, του το 1968. Ως άνθρωπος πολυπράγμων, άφησε το στίγμα του σε όλο το φάσμα της κοινωνίας, από την πολιτική και την εκπαίδευση, μέχρι την ιατρική και τον αθλητισμό. Συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με την Ιστορία του Γ.Σ.Π.
Είχε στο αίμα του τον αθλητισμό ο Διαγόρας Νικολαΐδης, ο οποίος διαδέχτηκε τον Θεμιστοκλή Δέρβη στην ηγεσία του Γ.Σ.Π. το 1960. Ήταν γιος του μεγάλου αθλητή και αθλητικού παράγοντα της Κύπρου, Χαράλαμπου Νικολαΐδη. Προφανώς το όνομα «Διαγόρας» δεν επιλέγηκε τυχαία. Παραπέμπει στον Διαγόρα τον Ρόδιο, έναν από τους διασημότερους πυγμάχους της αρχαιότητας, του 5ου αιώνα π.Χ., ολυμπιονίκη και πατέρα δύο ένδοξων ολυμπιονικών.
Ο Διαγόρας Νικολαΐδης γεννήθηκε το 1906 και στα 18 του χρόνια ήταν ήδη πρωταθλητής. Κατέκτησε το 1924 την πρώτη θέση στους Παγκύπριους Αγώνες. Το αγώνισμα στο οποίο διακρίθηκε ήταν η σφαιροβολία. Δεν μπορούσε να σκεφτεί οτιδήποτε άλλο για τις σπουδές του εκτός από τη Γυμναστική. Έτσι βρέθηκε στην Αθήνα, όπου συνέχισε βέβαια να γυμνάζεται. Επιβραβεύτηκε για τους μόχθους του με την πρώτη θέση που κέρδισε το 1926 στους Δελφικούς Αγώνες. Και σε τι άθλημα… Ένα από τα πιο δύσκολα, γιατί περιλαμβάνει πέντε διαφορετικές δοκιμασίες: το πένταθλο.
Επέστρεψε στην Κύπρο και άρχισε να εργάζεται ως γυμναστικός, γεγονός που αποτελούσε εμπόδιο για τη συμμετοχή του σε αθλητικούς αγώνες. Σε αυτούς δεν μπορούσαν να λάβουν μέρος επαγγελματίες του τομέα. Έτσι ο Διαγόρας Νικολαΐδης αφιέρωσε τη ζωή του στην άθληση της νέας γενιάς, ως γυμναστικός στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, το οποίο ήταν φυτώριο σπουδαίων αθλητών.
Με αυτά τα δεδομένα, ο Διαγόρας Νικολαΐδης δραστηριοποιήθηκε σε άλλους τομείς. Το 1929 ίδρυσε το Α’ Σώμα Προσκόπων Λευκωσίας. Επίσης, σε συνεργασία με άλλους κυνηγούς συνέβαλε στην ίδρυση του Κυνηγετικού Συλλόγου Λευκωσίας. Διετέλεσε πρόεδρός του από το 1965. Οι προσκοπικές και μαθητικές κατασκηνώσεις, που άρχισαν να διοργανώνονται από το 1930, ήταν προϊόν πρωτοβουλίας του Διαγόρα Νικολαΐδη, ο οποίος το 1932 ίδρυσε επίσης τον Ορειβατικό Σύνδεσμο.
Η εμπλοκή του στις δραστηριότητες του Γ.Σ.Π. χρονολογείται από παλιά. Από το 1940 ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Συλλόγου. Διετέλεσε επίσης ταμίας της Τοπικής Επιτροπής του ΣΕΓΑΣ Κύπρου (ΤΕΣΚ).
Ο Διαγόρας Νικολαΐδης εκλέγηκε πρόεδρος του Γ.Σ.Π. το 1960, τη χρονιά που η Κύπρος ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος. Την ίδια χρονιά διορίστηκε προϊστάμενος Φυσικής Αγωγής. Παράλληλα (από το 1953 μέχρι το 1966) ήταν μέλος της Δικαστικής Επιτροπής της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (ΚΟΠ).
Επί θητείας Διαγόρα Νικολαΐδη ο Γ.Σ.Π. γνώρισε μέρες δόξας, αφού είχε ανοίξει νέο κεφάλαιο στην Ιστορία της Κύπρου, κατ’ επέκταση και του αθλητισμού.
Απεβίωσε στις 25 Μαρτίου 1968, τη μέρα που διεξάγονταν Διασυλλογικοί Αγώνες. Η αγγελία του θανάτου του σκόρπισε τη θλίψη ανάμεσα στους φιλάθλους. Προς τιμήν του καθιερώθηκαν οι αθλητικοί αγώνες «Τα Διαγόρεια», που πραγματοποιούνται μέχρι σήμερα.
Ο θάνατος του Διαγόρα Νικολαΐδη επήλθε ενώ ήταν εν ενεργεία πρόεδρος του Γ.Σ.Π. «Ήταν ο ενσαρκωτής της αθλητικής ιδέας και πνεύματος», τόνισε αποχαιρετώντας τον νεκρό εκ μέρους του Γ.Σ.Π. ο δικαστής Τάσος Χατζηαναστασίου, μετέπειτα πρόεδρος του Συλλόγου. Αυτή την ιδέα είχε ως σκοπό της ζωής του ο Διαγόρας Νικολαΐδης και την υπηρέτησε «τελείως ανιδιοτελούς», όπως υπογράμμισε.
Διετέλεσε μόνο για περίπου ένα χρόνο πρόεδρος του Γ.Σ.Π. (1968-1969), ωστόσο κατέγραψε στο ενεργητικό του μεγάλη προσφορά στον Σύλλογο ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου, γι’ αυτό εξάλλου εκλέγηκε στη θέση αυτή ύστερα από τον θάνατο του Διαγόρα Νικολαΐδη.
Ο Φρίξος Μιχαηλίδης ήταν επιφανής γιατρός, παθολόγος και δερματολόγος, με διδακτορικό τίτλο. Γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1907 και φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο.
Αποπεράτωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Γκρατζ στην Αυστρία και, αφού εργάστηκε για ένα διάστημα στη Βιέννη, μέχρι το 1932, επέστρεψε στην Κύπρο, όπου άσκησε την Ιατρική. Υπηρέτησε ως γιατρός των συντεχνιών της Λευκωσίας από το 1933, ενώ παράλληλα συμμετείχε στις δραστηριότητες της Ιατρικής Εταιρείας Λευκωσίας, της οποίας υπήρξε ταμίας. Δημοσίευσε μάλιστα επιστημονικές μελέτες σε ελληνικά και γαλλικά περιοδικά Ιατρικής. Επίσης υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος του Μελάθρου Ευγηρίας από το 1961. Επέδειξε ενδιαφέρον και για την εκπαίδευση. Διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Γονέων του Γυμνασίου Κύκκου το 1963.
Η θητεία του ως προέδρου του Γ.Σ.Π. από το 1968 ήταν σύντομη, αφού τον επόμενο χρόνο επήλθε ο αδόκητος θάνατός του, σε ηλικία 62 ετών. Δεν πρόλαβε να υλοποιήσει τα όποια σχέδια είχε υπόψη του για την ανάπτυξη του Συλλόγου.
Υπηρετούσε ως πρόεδρος του Γ.Σ.Π. την εποχή που η Κύπρος σπαρασσόταν από τον διχασμό και τελικά οδηγήθηκε στο βάραθρο της καταστροφής του 1974. Παράλληλα κατείχε σημαντική θέση στην κυπριακή πολιτεία ως μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο Τάσος Χατζηαναστασίου γεννήθηκε στην Αραδίππου το 1916. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και στη συνέχεια στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Στα νεανικά του χρόνια επιδόθηκε στον αθλητισμό και ειδικότερα στο ποδόσφαιρο, που εκείνη την εποχή, τη δεκαετία του 1930, συνάρπαζε ολοένα και περισσότερο τη νεολαία. Αγωνίστηκε με τα χρώματα του σωματείου «Ομόνοια» Αραδίππου, το οποίο τον τίμησε το 1989 για τη συμβολή του στα πρώτα βήματα του σωματείου.
Επέλεξε να γίνει δικηγόρος και πήγε για νομικές σπουδές στο Λονδίνο. Επέστρεψε στην Κύπρο, όπου άρχισε να ασκεί τη δικηγορία. Νυμφεύτηκε τη Ρέα Στέλιου Μιχαηλίδη, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, τον Χρίστο, τον Στέλιο, τη Γιόλα και τη Θάλεια.
Το 1953 ο Τάσος Χατζηαναστασίου διορίστηκε δικαστής, ενώ το 1968 διορίστηκε μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Παράλληλα προς τις επαγγελματικές του ασχολίες, ανέπτυξε κοινωνική δράση. Η αγάπη του για τον αθλητισμό τον ώθησε να εμπλακεί στις δραστηριότητες του Γ.Σ.Π. Εξελέγη πρόεδρος του Γ.Σ.Π. το 1969. Διαδέχθηκε τον γιατρό Φρίξο Μιχαηλίδη, ο οποίος είχε αποβιώσει.
Εκείνη την εποχή τα πολιτικά πάθη επηρέαζαν όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής, μη εξαιρουμένου του αθλητισμού. Η διαμάχη είχε ως επακόλουθό της τον όλεθρο του 1974, με το πραξικόπημα της χούντας και της ΕΟΚΑ Β’ για ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και με την τουρκική εισβολή που ακολούθησε. Η δεύτερη θητεία του Τάσου Χατζηαναστασίου στην προεδρία του Γ.Σ.Π. έληξε το 1975, οπόταν τον διαδέχθηκε ο γιατρός Γλαύκος Μιχαηλίδης.
Ο Τάσος Χατζηαναστασίου αφυπηρέτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο το 1984. Έφυγε από τη ζωή το 1991. Το όνομά του μνημονεύεται με ευγνωμοσύνη για όσα προσέφερε τόσο στον Γ.Σ.Π., όσο και στον χώρο της Δικαιοσύνης.
Γεννήθηκε το 1930 στην ενορία Αγίου Κασσιανού στη Λευκωσία. Φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και ακολούθησε την επαγγελματική πορεία του πατέρα του, Μιχάλη Μιχαηλίδη, που ήταν γιατρός, ένας από τους πρώτους παιδίατρους της Κύπρου. Ο Γλαύκος Μιχαηλίδης μετέβη στη Γενεύη για τις σπουδές του. Ακολούθως πήγε στο Λονδίνο, όπου εργάστηκε για ένα διάστημα.
Επέστρεψε στην Κύπρο με εφόδιο την ειδικότητα της παθολογίας και της καρδιολογίας. Άνοιξε ιδιωτικό ιατρείο, ενώ παράλληλα αναμείχθηκε στα κοινά. Ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του Ενιαίου Κόμματος, το οποίο συστάθηκε το 1969 από τον Γλαύκο Κληρίδη, τον Πολύκαρπο Γιωρκάτζη και τον Τάσσο Παπαδόπουλο. Διετέλεσε πρόεδρος του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ).
Ο Γλαύκος Μιχαηλίδης επέδειξε ενδιαφέρον και για τον αθλητισμό, που ήταν το μεράκι του, παρόλο που ο ίδιος δεν υπήρξε αθλητής. Υπηρέτησε ως αντιπρόεδρος και στη συνέχεια πρόεδρος του Γ.Σ.Π. την περίοδο 1975-1980. Ήταν χρόνια δύσκολα, αφού είχαν προηγηθεί το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή. Ποιος να ασχοληθεί τότε με τον αθλητισμό, αφού ήταν νωπές οι πληγές στο ταλαιπωρημένο σώμα της Κύπρου. Κυριαρχούσαν η θλίψη για την απώλεια αγαπημένων προσώπων, η αγωνία για τους αγνοούμενους, ο πόνος της προσφυγιάς στα αντίσκηνα, ο αγώνας για επιβίωση…
Χρειάστηκε τιτάνιος αγώνας για να ορθοποδήσει ο Γ.Σ.Π. και γενικά ο αθλητισμός της Κύπρου μετά το 1974. Σ’ αυτές τις προσπάθειες διαδραμάτισε τον δικό του ρόλο ο Γλαύκος Μιχαηλίδης από τη θέση του προέδρου του Γ.Σ.Π.
Ήταν βέρος Λευκωσιάτης. Γεννήθηκε το 1934 και μεγάλωσε στις γειτονιές της εντός των τειχών Λευκωσίας. Πολλές από τις παιδικές και εφηβικές του αναμνήσεις είχαν στο επίκεντρό τους τον Γ.Σ.Π. Όταν αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, επέλεξε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα, στο οποίο διέπρεψε ύστερα από τις σπουδές του στην Αγγλία. Πήρε το πτυχίο του το 1959 και εργάστηκε για ένα διάστημα στο τεχνικό γραφείο των αδελφών Πόλυ και Κώστα Μιχαηλίδη.
Ύστερα από την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου, το 1960, άνοιξε δικό του τεχνικό γραφείο. Πολλά δημόσια και ιδιωτικά κτήρια υλοποιήθηκαν με βάση δικά του σχέδια ή με τη δική του συνεργασία, όπως εκείνα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, των Δικαστηρίων Αμμοχώστου, της Διεθνούς Κρατικής Έκθεσης στην Έγκωμη, της Χονδρικής Αγοράς, της Λαϊκής Τράπεζας στη λεωφόρο Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Λευκωσία κ.ά.
Είχε συμπληρώσει 40 χρόνια προσφοράς στην αρχιτεκτονική όταν έφυγε πρόωρα από τη ζωή λόγω ασθένειας. Το αρχιτεκτονικό γραφείο που είχε ιδρύσει ο Κώστας Βαφεάδης λειτουργεί ακόμη από τα παιδιά του, Αλέξη και Μάνο, που ακολούθησαν τα χνάρια του στον ίδιο επαγγελματικό τομέα και με την ίδια επιτυχία.
Ανέλαβε πολλές πρωτοβουλίες για τη βελτίωση του δομημένου περιβάλλοντος στην Κύπρο και δραστηριοποιήθηκε στα κοινά. Διετέλεσε μάλιστα αντιδήμαρχος του Δήμου Αγλαντζιάς.
Επί μια δεκαετία (1980-1990) κατείχε τη θέση του προέδρου του Γ.Σ.Π. και συνέβαλε καθοριστικά στο νέο κεφάλαιο που άνοιξε στην Ιστορία του Συλλόγου. Επί θητείας του Κώστα Βαφεάδη εξασφαλίστηκε η ανταλλαγή της γης στη Λευκωσία όπου βρισκόταν το παλιό στάδιο Γ.Σ.Π. με άλλο τεμάχιο, στον Στρόβολο. Εκεί ανεγέρθη το υφιστάμενο νέο στάδιο του Συλλόγου. Ήταν ρηξικέλευθη απόφαση, που συζητήθηκε, αμφισβητήθηκε, αλλά δικαιώθηκε.
Στον Κώστα Βαφεάδη οφείλονται επίσης τα σχέδια του οικήματος του σωματείου ΑΠΟΕΛ στη Λευκωσία. Στην υλοποίηση του έργου συνεργάστηκε στενά με τον πρόεδρο του ΑΠΟΕΛ, Ιάκωβο Φιλίππου, επίσης αρχιτέκτονα και δραστήριο στέλεχος του Γ.Σ.Π. Ο Ιάκωβος Φιλίππου διετέλεσε αντιπρόεδρος του Συλλόγου και στάθηκε στο πλευρό του Κώστα Βαφεάδη στις πρωτοβουλίες που αναλάμβανε για το καλό του Γυμναστικού Συλλόγου της Λευκωσίας.
Στις σχεδόν τρεις δεκαετίες που ο Θεόδωρος Μ. Ιωαννίδης βρίσκεται στο πηδάλιο του Γ.Σ.Π. ο Σύλλογος αναμορφώθηκε και έκανε τεράστια άλματα προόδου, πατώντας γερά στο νεότευκτο στάδιο. Η κατασκευή του Αθλητικού Κέντρου Γ.Σ.Π. αποτέλεσε πραγματικό άθλο.
Γεννήθηκε το 1947 στη Νεάπολη, πολύπαθη συνοικία της Λευκωσίας. Αποφοίτησε το 1965 από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, αποκομίζοντας γνώσεις και εμπειρίες από διαπρεπείς εκπαιδευτικούς. Αφού υπηρέτησε τη θητεία του στην Εθνική Φρουρά, από την οποία αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του έφεδρου υπολοχαγού, μετέβη στη Θεσσαλονίκη για σπουδές στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Εξασφάλισε το πτυχίο του και επέστρεψε στην Κύπρο το 1972. Έκτοτε ασκεί τη δικηγορία. Μάλιστα διετέλεσε πρόεδρος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου από το 2006, γεγονός που καταδεικνύει την εκτίμηση της οποίας χαίρει ανάμεσα στον νομικό κόσμο.
Την αγάπη του για τον αθλητισμό την οφείλει στον πατέρα του, Μιχάλη Ιωαννίδη, ο οποίος υπηρέτησε ως μέλος του συμβουλίου του Γ.Σ.Π. Το ίδιο ισχύει και για τον αδελφό του, Ουράνιο Ιωαννίδη, ο οποίος υπήρξε βουλευτής και υπουργός Παιδείας, ενώ προσέφερε στον κυπριακό αθλητισμό από διάφορες σημαντικές θέσεις, όπως εκείνες του προέδρου του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, της Κυπριακής Ολυμπιακής Επιτροπής κ.λπ.
Ο Θεόδωρος Ιωαννίδης ασχολήθηκε επίσης με τα διοικητικά του Γ.Σ.Π. Υπηρέτησε μάλιστα ως έφορος Στίβου του Συλλόγου. Το 1990 εκλέγηκε πρόεδρος του Συλλόγου, θέση την οποία κατέχει μέχρι σήμερα. Σε αυτό το διάστημα ο Γ.Σ.Π. κατέγραψε στο ενεργητικό του αξιομνημόνευτες επιτυχίες αθλητών του. Δεν ήταν τυχαίες… Στηρίχθηκαν στη σωστή, μελετημένη και επαγγελματική δουλειά που έγινε, τόσο σε επίπεδο οργάνωσης, όσο και στον τομέα των υποδομών, με την ανέγερση του μοντέρνου Αθλητικού Κέντρου Γ.Σ.Π., το οποίο συγκρίνεται ευνοϊκά με τα στάδια ανεπτυγμένων χωρών, με πολύ πιο πλούσιους πόρους και μακρά παράδοση στον αθλητισμό.
Copyright © 2024 ΓΣΠ | Designed by Leafnet LTD